- εὐσεβοῦς
- εὐσεβήςpiousmasc/fem/neut gen sg (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
благочьстивыи — (209) пр. 1.Православный, основанный на благочестии; святой: Вѣра права и дѣла бл҃гочьстива. (ϑεοσεβῆ) Изб 1076, 154 об.; благочьстивы˫а вьсѩ христовы оувѣдѣвъша заповѣди божьствьны˫а. Стих 1156 1163, 72 об.; то же Мин XII (июль), 113; и цвьтѩше… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
Αντωνίνος o Ευσεβής — (Τίτος Αυρήλιος Φούλβος Βοϊόνιος Άριος Αντωνίνος, 86 – 161 μ.Χ.). Ρωμαίος αυτοκράτορας (138 161). Αναφέρεται στην ιστορία ως πιο πράος και ο πιο δίκαιος αυτοκράτορας της Ρώμης. Η σύγκλητος του απέδωσε για τις αρετές του τον τιμητικό τίτλο του… … Dictionary of Greek
Porphyre de Tyr — Porphyre Philosophe occidental Antiquité tardive Porphyre d après une gravure française du XVIe siècle … Wikipédia en Français
благочьстьныи — (44) пр. Православный, основанный на благочестии; святой: люди оучити бл҃гочьстьныимъ словесьмъ ѡ(т) б҃жьствьнааго писани˫а избирающемъ. (τῆς εὐσεβείας) КЕ XII, 49а; бл҃гочьстьныи манастырь студиискыи. УСт XII/XIII, 27; власть оубо даѥмъ… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
Μακκαβαίοι — Ονομασία που δόθηκε στους γιους του Ματταθία, ιερέα της πόλης Μωδεΐν, και οργανωτή της ιουδαϊκής εξέγερσης εναντίον του Αντιόχου Δ’ του Επιφανούς, ο οποίος ήθελε να εξελληνίσει τους Εβραίους και να τους αναγκάσει να εγκαταλείψουν τη θρησκεία τους … Dictionary of Greek
Πεία — τὰ, Α αγώνες προς τιμήν τού αυτοκράτορα τής Ρώμης Αντωνίνου τού Ευσεβούς. [ΕΤΥΜΟΛ. < Αntoninus Pius «Αντωνίνος ο Ευσεβής»] … Dictionary of Greek
αποθέωση — Από τους προϊστορικούς ακόμα χρόνους, με βάση μια ορισμένη τελετή, οι άνθρωποι θεοποιούσαν διάφορα άτομα, που διακρίνονταν για τις σωματικές και πνευματικές τους ικανότητες, είτε όσο ζούσαν είτε μετά τον θάνατό τους. Τέτοια πρόσωπα ήταν συνήθως… … Dictionary of Greek
γλυκερία — (2ος αι. μ.Χ.).Μάρτυρας του χριστιανισμού από την Τραϊανούπολη. Έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Αντωνίου του Ευσεβούς (138 161 μ.Χ.). Φυλακίστηκε γιατί γκρέμισε έναν ειδωλολατρικό βωμό. Στη συνέχεια δόθηκε ως τροφή στα θηρία. Ο δεσμοφύλακάς της… … Dictionary of Greek
θέατρο — Σκηνική παράσταση, λυρικό έργο, επιθεώρηση, χορογραφικό θέαμα· θ. ονομάζεται επίσης το σύνολο των θεατρικών έργων ενός συγγραφέα (π.χ. το θ. του Ίψεν). Ο όρος όμως δραματικό θ. δηλώνει αποκλειστικά το θεατρικό είδος που παρουσιάζει ένα γεγονός… … Dictionary of Greek
παρασκευή — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Αδελφή της Σαμαρείτιδας Φωτεινής. Μαρτύρησε με σπαθί. Η μνήμη της τιμάται στις 26 Φεβρουαρίου. 2. Καταγόταν από τους Επιβάτες της Θράκης. Η μνήμη της τιμάται στις 14 Οκτωβρίου. 3. Ρωμαία οσία.… … Dictionary of Greek